-Η έμφαση στον σωματικό πόνο. Ίσως δεν ήταν και τόσο άσχημα. Μπορεί να ακούγεται αλαζονικό αλλά η ταπεινότητα μου έχει υποφέρει ανάλογο σωματικό πόνο με αυτόν του Ιησού. Και το μαρτύριο Του ήταν σχετικά σύντομο,τέσσερις ώρες θαρρώ, σωστά; Αισθάνομαι ότι υπέφερε πολύ περισσότερο σε ένα άλλο επίπεδο. Ίσως κάνω λάθος, μα θυμήσου στη Γεθσημανή, όταν οι απόστολοι κοιμήθηκαν. Δεν είχαν καταλάβει το νόημα του μυστικού δείπνου και πολλά άλλα. Και όταν οι υπηρέτες του νόμου εμφανίστηκαν, το έσκασαν. Και ο Πετρος ακόμα, τον αρνήθηκε. Ο Χριστός ήξερε τους μαθητές του τρία χρόνια, ήταν κάθε μέρα μαζί τους αλλά ποτέ δεν κατάλαβαν τι εννοούσε. Τον εγκατέλειψαν όλοι, από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο. Τον άφησαν εντελώς μόνο. Αυτό πρέπει να πόνεσε πολύ, η συνειδητοποίηση ότι κανείς δεν κατάλαβε και μετά η εγκατάλειψη την στιγμή που χρειαζόταν τόσο κάποιον να στηριχτεί, πρέπει να ήταν απίστευτα επώδυνη. Αλλά τα χειρότερα θα ακολουθούσαν. Όταν βρισκόταν στον σταυρό του μαρτυρίου, ούρλιαξε: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» Φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε, γιατί νόμισε ότι ο ουράνιος Πατέρας του τον είχε εγκαταλείψει. Πίστεψε τότε πως ότι είχε κηρύξει ποτέ, ήταν ένα ψέμα. Τις τελευταίες του στιγμές ο Χριστός κυριεύτηκε από αμφιβολία. Σίγουρα αυτό πρέπει να ήταν το πιο σκληρό και βασανιστικό: η σιωπή του Θεού.
poetreated
Saturday 4 May 2024
Η Σιωπή Του Θεού - God's Silence
-Η έμφαση στον σωματικό πόνο. Ίσως δεν ήταν και τόσο άσχημα. Μπορεί να ακούγεται αλαζονικό αλλά η ταπεινότητα μου έχει υποφέρει ανάλογο σωματικό πόνο με αυτόν του Ιησού. Και το μαρτύριο Του ήταν σχετικά σύντομο,τέσσερις ώρες θαρρώ, σωστά; Αισθάνομαι ότι υπέφερε πολύ περισσότερο σε ένα άλλο επίπεδο. Ίσως κάνω λάθος, μα θυμήσου στη Γεθσημανή, όταν οι απόστολοι κοιμήθηκαν. Δεν είχαν καταλάβει το νόημα του μυστικού δείπνου και πολλά άλλα. Και όταν οι υπηρέτες του νόμου εμφανίστηκαν, το έσκασαν. Και ο Πετρος ακόμα, τον αρνήθηκε. Ο Χριστός ήξερε τους μαθητές του τρία χρόνια, ήταν κάθε μέρα μαζί τους αλλά ποτέ δεν κατάλαβαν τι εννοούσε. Τον εγκατέλειψαν όλοι, από τον πρώτο μέχρι τον τελευταίο. Τον άφησαν εντελώς μόνο. Αυτό πρέπει να πόνεσε πολύ, η συνειδητοποίηση ότι κανείς δεν κατάλαβε και μετά η εγκατάλειψη την στιγμή που χρειαζόταν τόσο κάποιον να στηριχτεί, πρέπει να ήταν απίστευτα επώδυνη. Αλλά τα χειρότερα θα ακολουθούσαν. Όταν βρισκόταν στον σταυρό του μαρτυρίου, ούρλιαξε: «Θεέ μου, Θεέ μου, γιατί με εγκατέλειψες;» Φώναξε όσο πιο δυνατά μπορούσε, γιατί νόμισε ότι ο ουράνιος Πατέρας του τον είχε εγκαταλείψει. Πίστεψε τότε πως ότι είχε κηρύξει ποτέ, ήταν ένα ψέμα. Τις τελευταίες του στιγμές ο Χριστός κυριεύτηκε από αμφιβολία. Σίγουρα αυτό πρέπει να ήταν το πιο σκληρό και βασανιστικό: η σιωπή του Θεού.
Friday 29 March 2024
Carl & Ann
Όταν πέθανε ο σύζυγός μου, επειδή ήταν διάσημος και γνωστός άθεος, πολλοί άνθρωποι με ρωτούσαν –και ακόμα και σήμερα μερικές φορές – αν ο Καρλ είχε αλλάξει λίγο πριν το τέλος και είχε τελικά πιστέψει στη ζωή μετά τον θάνατο. Επίσης συχνά με ρωτούσαν αν νομίζω ότι θα τον ξαναδώ. Ο Καρλ αντιμετώπισε το θάνατό του με θάρρος και επιμονή και ποτέ δεν αναζήτησε καταφύγιο σε αυταπάτες. Η τραγωδία ήταν ότι και οι δύο ξέραμε ότι δεν θα ξαναϊδωθούμε ποτέ.
Δεν ανυπομονώ να ξανασμίξω με τον Καρλ. Το σπουδαιότερο πράγμα είναι ότι ενώ ήμασταν μαζί σχεδόν 20 χρόνια, ζήσαμε με πραγματική εκτίμηση του πόσο σύντομη μα και πολύτιμη είναι η ζωή. Ποτέ δεν ευτελίσαμε το νόημα του θανάτου, προσποιούμενοι ότι ήταν κάτι περισσότερο από ένας οριστικός χωρισμός. Κάθε στιγμή που ήμασταν ζωντανοί και ήμασταν μαζί, ήταν ένα θαύμα, αλλά όχι με την έννοια του ανεξήγητου ή του υπερφυσικού.
Ξέραμε ότι είχαμε επωφεληθεί τυχαία. Μπορεί η καθαρή σύμπτωση να ήταν τόσο γενναιόδωρη και τόσο ευγενική που μπορέσαμε να βρεθούμε, όπως λέει τόσο όμορφα ο Καρλ στο "Cosmos", στην απεραντοσύνη του χώρου και του χρόνου, ότι μπορέσαμε να είμαστε μαζί για είκοσι ολόκληρα χρόνια. Αυτό είναι που με κάνει να συνεχίζω και αυτό είναι το πιο σημαντικό. Ο τρόπος που μου φέρθηκε και ο τρόπος που του φέρθηκα, ο τρόπος που νοιαζόμασταν ο ένας για τον άλλον και την οικογένειά μας όσο ζούσε. Αυτό είναι πολύ πιο σημαντικό από την ιδέα ότι θα τον ξαναδώ κάποια μέρα.
Δεν νομίζω ότι θα ξαναδώ ποτέ τον Καρλ. Αλλά τον είδα. Είδαμε ο ένας τον άλλον. "Βρεθήκαμε ο ένας με τον άλλον στο σύμπαν, και ήταν υπέροχα."
....................
“When my husband died, because he was so famous and known for not being a believer, many people would come up to me-it still sometimes happens-and ask me if Carl changed at the end and converted to a belief in an afterlife. They also frequently ask me if I think I will see him again. Carl faced his death with unflagging courage and never sought refuge in illusions. The tragedy was that we knew we would never see each other again. I don't ever expect to be reunited with Carl. But, the great thing is that when we were together, for nearly twenty years, we lived with a vivid appreciation of how brief and precious life is. We never trivialized the meaning of death by pretending it was anything other than a final parting. Every single moment that we were alive and we were together was miraculous-not miraculous in the sense of inexplicable or supernatural. We knew we were beneficiaries of chance. That pure chance could be so generous and so kind. That we could find each other, as Carl wrote so beautifully in Cosmos, you know, in the vastness of space and the immensity of time. That we could be together for twenty years. That is something which sustains me and it’s much more meaningful. The way he treated me and the way I treated him, the way we took care of each other and our family, while he lived. That is so much more important than the idea I will see him someday. I don't think I'll ever see Carl again. But I saw him. We saw each other. We found each other in the cosmos, and that was wonderful.”
Monday 18 March 2024
Γάτες Και Εσύ Και Εγώ - Cats And You And Me
Λίγες Μέρες Δίχως Τα Μάτια Μου - A Few Days Without My Eyes
-ανεπαρκώς-
λίγες μέρες δίχως τα μάτια μου.
Πώς να πει κανείς
την όψη
μιας ομορφιάς που αποθυμιέται;
Ξέχασα πώς είναι
να μπορώ να βλέπω
μακριά
έξω από το παράθυρο.
Δάκρυσα αφελώς
για τους απολεσθέντες ορίζοντες.
Μου έλειψε η σιγουριά
των βημάτων
με αυτοπεποίθηση.
Την εκτυφλωτική ζαλάδα του ήλιου
αποζήτησα
κι ας μην κατάφερα ποτέ πριν
να τον κοιτάξω πολλή ώρα
κατάματα.
Το φως του εκείνο,
που -σαν αλήθεια-
ώρες-ώρες
δεν αντέχεται, αδερφέ μου.
Νοστάλγησα
έναν περίπατο δίχως πρόσκληση.
Μια αδικαιολόγητη στάση δεξιά,
κάπου, με το αυτοκίνητο.
Τα δέντρα
-που μεταλλάσονται με τις εποχές-
κόντεψα να ξεχάσω
πόσο πολύ
μοιάζουν με τους ανθρώπους,
που αλλάζουν σε κάθε χωρισμό:
δέρμα, σπλάχνα κι οσμή.
Τη μέρα λησμόνησα
και τη μορφή της,
πώς άραγε εκείνη φαντάζει
καθώς κατρακυλάει πρόθυμα
πίσω από κάποιο θλιμμένο βουνό,
ωσότου πέσει για ύπνο ξέπνοη.
Κι όταν τα βρήκα τα μάτια μου
πάλι,
και τ' άνοιξα με μια λαχτάρα
κρυφά παράλογη,
ήταν σκληρό το φέρσιμο του ήλιου,
κι απότομο.
Κι ήτανε, λες, το σκοτάδι,
αυτό που είχε γίνει
τώρα
συνήθεια απαράβλεπτη.
..............
I Lived
-not enough-
for a few days without my eyes.
How can one say
the view
of a beauty that is desired?
I forgot what it's like
to be able to look out
the window far away.
I cried naively
for the lost horizons.
I lacked security
of confident steps.
I asked for
the blinding dizziness of the sun
even though I never made it before
to stare at him for long
face to face.
That light
of his -as a matter of fact-
sometimes
is intolerable, my brother.
I really missed
a walk without invitation.
An unjustified pull over
off the road, somewhere.
The trees
-transforming with the seasons-
I almost forgot
how much
they look like people
changing at each separation:
skin, guts and smell.
I forgot the daylight
and its form,
how does it seem
tumbling down willingly
behind some sad mountain,
until it falls asleep breathless.
And when I found my eyes
again,
and opened them with a longing
secretly irrational,
the sun's behaviour was tough
and steep.
And it was, like, darkness,
had become
now
a remarkable habit.
Sunday 17 March 2024
Τρυφερότητα - Tendresse
Δεν είμαι πιο μακριά απ' ότι η φυλακή μου
Ω φίλοι μου χαμένοι πίσω απ' τον ορίζοντα
Μονάχα την δική σας κρυμμένη ζωή αφουγκράζομαι
Υπάρχει ο χρόνος τυλιγμένος κατω απ' τις πτυχές του θόλου
Κι όλες οι αναμνήσεις που περάσαν απαρατήρητες
Δεν μένει παρά να χαιρετήσω τον αέρα που προς εσάς κινά
Που θα χαιδέψει τα δικά σας πρόσωπα
Monday 11 March 2024
Soul Kitchen
in your soul kitchen/
Warm my mind near
your gentle stove/
Turn me out and
I’ll wander baby/
Stumbling in
the neon groves]
Πάντα
επιστρέφει.
Όχι απαραίτητα
σαν αγαπημένη
Αίσθησις.
Με την πρώτη
χαραμάδα φωτός
τρυπώνει ξανά
στη-λέμε τώρα-
ασφαλή θυρίδα
που χω φυλάξει
το κλειδί.
Πάντα
επιστρέφει.
Σαν λάθος που
θεώρησε σωστό
να με δικάζει
στο επέκεινα.
Ήταν η μόνη γυναίκα
που δεν γούσταρε
Doors και λουλούδια
ταυτόχρονα, αδιανόητο!
Γι αυτό και μόνο,
έπρεπε να την χώριζα
από την πρώτη στιγμή.
……
She always
Comes back.
Not necessarily as
a beloved sensation.
By the first
crack of light
she burrows again
into the -allegedly-
safe deposit box
where I have kept
the key.
She always
Comes back.
Like a mistake
assuming it's right
to judge me
to eternity.
She was the only one
who did not like
Doors and flowers
at the same time,
how unimaginable!
I should 've broken up with her
from the very first moment.
Sunday 10 March 2024
Friday 8 March 2024
Το Ταξίδι - The Journey
με την τρομπέτα του σε τσάντα πλαστική.
Η κυρία ήταν ψυχρή-
άνεμος μαστίγωνε τις γαρδένιες
που έκλεψα για τα μαλλιά της.
Σε άθλια κατάσταση και οι τρεις.
Κανείς δεν ερχόταν έτσι ξεκίνησα να κοπηλατώ.
Δυσκολευόμουν-
στάσιμα νερά, μαιανδρική ροή...
Η πόλη στέναζε και σιγόβραζε.
Κονσερβοκούτια στις όχθες σαν χειροπέδες...
Να 'μαστε, στα ανοιχτά...
Μα ο Μάιλς έβγαλε το κόρνο του
και έπαιξε.
Η κυρία τραγούδησε.
Ένα αργό παραδοσιακό μπλουζ.
Το ρέμα μας πήρε-
κόρνο, φωνή, ο ήχος του νερού λάμνοντας...
Δεν ξέρω πόσο καιρό αρμενίζαμε-
το σκαρί μας γεμάτο μουσική,
η νύχτα γεμάτη άστρα.
Όταν ξύπνησα μπαίναμε στον ωκεανό,
ο ήλιος χαμηλά στο νερό
ζεστός σαν λαιμός,
χρυσός σαν τρομπέτα.
Κλάψαμε.
Ύστερα εκτιναχθήκαμε μ' έναν ύμνο.
Ποτέ μου δεν υπήρξα τόσο ευτυχισμένος.
Tuesday 27 February 2024
Παραίσθηση - Illusion
Παράξενη τούτη η θάλασσα.
Στη λασπερή αμμουδιά εμπρός σου,
Είναι η γκέισα με τα μαλλιά τα σκοτερά
Και το σχιστό πυρπολημένο βλέμμα
Αυτό που κόβει πιο πολύ κι από κατάνα.
Αν κάνεις την μορφή της ν´αρνηθείς
Προτού στο βάθος του ορίζοντα χαθεί
Θα σου χαρίσει τη δόξα της την πρωινή
Σε μια μποτίλια απ’το μέλλον βουλωμένη.
Sunday 25 February 2024
Τι Είναι Σπίτι; - What Is Home?
.......
What is home:
it is the shade of trees on my way to school
before they were uprooted.
It is my grandparents’ black-and-white wedding
photo before the walls crumbled.
It is my uncle’s prayer rug, where dozens of ants
slept on wintry nights, before it was looted and
put in a museum.
It is the oven my mother used to bake bread and
roast chicken before a bomb reduced our house
to ashes.
It is the café where I watched football matches
and played—
My child stops me: Can a four-letter word hold
all of these?
Mosab Abu Toha